-
1 πατρεία
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πατρεία
-
2 πάτρα
A fatherland, native land, Il. 12.243, 24.500, Pi.O. 12.16, A.Pr. 665, S.Ph. 222, IG42(1).244.8 (Epid., epigr., iii B.C.), etc., used in parody of Trag. by Ar.Ach. 147, Ra. 1427, Th. 136, Alex.193, Diph.73.9 :— πατρίς (q.v.) was the common prose form, but Hdt. uses πάτρη in 6.126, 128, πατρίς in 3.140, 8.61.II fatherhood, descent from a common father, ἀμφοτέροισιν όμὸν γένος ἠδ' ἴα π. Il.13.354 (nowh. else in this sense in Hom.) ; βασιλεὺς Ἰώνων ἀνὰ πάτρην by hereditary descent, IGRom.4.1730 (Samos, ii A.D.): hence,2 body of persons claiming descent from a common ancestor, house, clan,π. Μειδυλιδᾶν Pi.P.8.38
, cf. N.6.36, 8.46, IG5(2).495 ([place name] Megalopolis) ; also, of a union of families recognized by the state, ἰέναι αὐτοὺς καὶ ἐπὶ πάτρην ἣν ἂν πείθωσιν ib.12(8).267.10 ([place name] Thasos).III father's sister, aunt, IGRom.4.621 (Temenothyrae, iii A.D.):—in form [full] πατρεία, Keil-Premerstein Zweiter Bericht No. 138 (nr. Thyatira, ii A.D.) ; cf. πιάτρα, πινάτρα.
См. также в других словарях:
πατρεία — ἡ, Α [πάτρα] (δ. τ. τού πάτρα) η αδελφή τού πατέρα, η θεία … Dictionary of Greek
πάτρα — Πόλη της Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Αχαΐας της περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας. Ο δήμος Πατρέων περιλαμβάνει, εκτός από τον ομώνυμο δήμο, και τις κοινότητες Ελικίστρας, Μοίρας και Σουλίου. Τρίτη πόλη της Ελλάδας από άποψη πληθυσμού, μετά την… … Dictionary of Greek