Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

παράπτωσις

См. также в других словарях:

  • παράπτωσις — falling beside fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παράπτωσις — ώσεως, ἡ, ΜΑ [παραπίπτω] γραμματικό λάθος αρχ. 1. τό να πέφτει κάποιος ή κάτι κοντά σε κάτι άλλο ή να βρίσκεται κοντά σε κάποιον ή κάτι 2. παρεκτροπή από τον ίσιο δρόμο, παράβαση 3. καταδίωξη 4. φρ. α) «ἡ τοῡ τόπου παράπτωσις» θέση κάποιου τόπου… …   Dictionary of Greek

  • παραπτώσει — παράπτωσις falling beside fem nom/voc/acc dual (attic epic) παραπτώσεϊ , παράπτωσις falling beside fem dat sg (epic) παράπτωσις falling beside fem dat sg (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραπτώσεων — παραπτώσεω̆ν , παράπτωσις falling beside fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραπτώσεως — παραπτώσεω̆ς , παράπτωσις falling beside fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παράπτωσιν — παράπτω pres subj act 3rd pl παράπτωσις falling beside fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»