Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

παρηορίαι

См. также в других словарях:

  • παρηορίαι — παρηορίᾱͅ , παρηόριος from side to side fem dat sg (attic doric aeolic) παρηορία side traces fem nom/voc pl παρηορίᾱͅ , παρηορία side traces fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρηορία — ἡ, Α [παρήορος] στον πληθ. αἱ παρηορίαι α) οι τεντωμένοι ιμάντες με τους οποίους δένονταν ο παρήορος δίπλα στα ζευγμένα άλογα τού άρματος β) οι εκτάσεις που βρίσκονται και στις δύο πλευρές ποταμού, παραποτάμιες εκτάσεις …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»