Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

παρεπιγραφή

См. также в других словарях:

  • παρεπιγραφή — something written in the margin fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρεπιγραφή — ἡ, ΜΑ [παρεπιγράφω] μσν. ρητορικό σχήμα κατά το οποίο παρεμβάλλεται κάτι εν παρόδω, παρεμπιπτόντως αρχ. αυτό που γράφεται ως προσθήκη στα πλάγια, στο περιθώριο 2. (ειδ.) σκηνική οδηγία στο περιθώριο χειρογράφου κάποιου δράματος …   Dictionary of Greek

  • παρεπιγραφαί — παρεπιγραφή something written in the margin fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρεπιγραφήν — παρεπιγραφή something written in the margin fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»