-
1 παρεμβολη
ἥ1) вставка, введение(ἑτέρων πραγμάτων, λόγων Polyb.)
2) размещение в боевом порядке Polyb.3) боевой порядок Polyb., NT.4) лагерь, бивуак, стан Polyb., NT.5) ( в борьбе) подножка Plut.6) Polyb. = παρεξειρεσία См. παρεξειρεσια -
2 παρεμβολή
{сущ., 10}2. стан, лагерь, крепость, военный укрепленный лагерь.Ссылки: Деян. 21:34, 37; 22:24; 23:10, 16, 32; Евр. 11:34; 13:11, 13; Откр. 20:9.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > παρεμβολή
-
3 παρεμβολή
{сущ., 10}2. стан, лагерь, крепость, военный укрепленный лагерь.Ссылки: Деян. 21:34, 37; 22:24; 23:10, 16, 32; Евр. 11:34; 13:11, 13; Откр. 20:9.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > παρεμβολή
-
4 παρεμβολή
η1) вставление; всовывание, ввод (между чём-л.); 2) вклинивание; 3) создание (препятствий); 4) вставка, дополнение (в тексте); 5) подножка (в борьбе); 6) πλ. радио помехи; 7) физ, интерференция -
5 παρεμβολή
1. полк в боевом порядке; 2. стан, лагерь, крепость (военный укрепленный лагерь).Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > παρεμβολή
-
6 παρεμβολή
ἡ παρ|εμ|βολή 1. вставка; 2. (укрепленный) лагерь; казарма -
7 παρένθεση
-
8 3925
{сущ., 10}2. стан, лагерь, крепость, военный укрепленный лагерь.Ссылки: Деян. 21:34, 37; 22:24; 23:10, 16, 32; Евр. 11:34; 13:11, 13; Откр. 20:9.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > 3925
См. также в других словарях:
παρεμβολῇ — παρεμβολή insertion fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρεμβολή — insertion fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρεμβολή — η προσθήκη, εμφάνιση, παρουσία μεταξύ δύο πραγμάτων: Η παρεμβολή παρασίτων στα μέσα επικοινωνίας είναι πράξη αξιόποινη … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
παρεμβολή — (Μαθημ.). Με αφορμή διάφορα προβλήματα των εφαρμογών (πειραματικές επιστήμες, στατιστική) τίθεται πολλές φορές το εξής (μαθηματικό) πρόβλημα: ζητείται μια συνάρτηση f μιας μεταβλητής x από το ότι για ν + 1 διαφορετικές μεταξύ τους τιμές x1, x2 … Dictionary of Greek
γραμμική παρεμβολή — Μέθοδος προσέγγισης μιας πραγματικής συνάρτησης f(x) με ένα πολυώνυμο (πολυώνυμο παρεμβολής). Αν θεωρήσουμε δύο διαφορετικούς πραγματικούς αριθμούς χ0, χ1 και υποθέσουμε ότι η f(χ) είναι ορισμένη σε αυτά τα σημεία, τότε το πολυώνυμο Ρ(χ) που… … Dictionary of Greek
παρεμβολῆι — παρεμβολῇ , παρεμβολή insertion fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρεμβολαῖς — παρεμβολή insertion fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρεμβολαί — παρεμβολή insertion fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρεμβολῆς — παρεμβολή insertion fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρεμβολήν — παρεμβολή insertion fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρεμβολῶν — παρεμβολή insertion fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)