Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

παρατηρητικῆς

См. также в других словарях:

  • παρατηρητικῆς — παρατηρητικός good at observing fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσωκρατικοί — Έτσι ονομάζονται οι Έλληνες φιλόσοφοι που έζησαν πριν από τον Σωκράτη, δηλαδή μεταξύ 7ου και 5ου αι. π.Χ. Ο χαρακτηρισμός αυτός επικράτησε στη συνήθη χρήση, κυρίως γιατί για πολύ καιρό υπήρχε η γνώμη ότι ήταν δικαιολογημένος όχι μόνο από… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»