-
1 παραμονών
-
2 παραμονῶν
-
3 παραμόνων
παράμονοςmasc /fem /neut gen pl
См. также в других словарях:
παραμονῶν — παραμονή obligation to continue in service fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραμόνων — παράμονος masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μακρυγιάννης — I (Γιάννης Τριαντάφυλλου ή Τριανταφυλλοδημήτρης, Αβορίτη Δωρίδας, Φωκίδα 1797 – Αθήνα 1864). Αγωνιστής του 1821, στρατηγός και πολιτικός. Ο συγγραφέας των απαράμιλλων για το ύφος τους Απομνημονευμάτων έλαβε το παρωνύμιο Μ., χάρη στο ψηλόλιγνο… … Dictionary of Greek