-
1 internoctatio
internoctātio, ōnis, f. = παννυχίδες, eine Nachtfeier, Gloss. III, 452, 64 u. 483, 55.
-
2 φιλ-άγρ-υπνος
φιλ-άγρ-υπνος, Schlaflosigkeit liebend, die Nächte gern schlaflos zubringend; παννυχίδες Ep. ad. 525 ( Plan. 309); λύχνος Mel. 66 (V, 197); νύξ 103 (V, 166).
-
3 internoctatio
internoctātio, ōnis, f. = παννυχίδες, eine Nachtfeier, Gloss. III, 452, 64 u. 483, 55.Ausführliches Lateinisch-deutsches Handwörterbuch > internoctatio
См. также в других словарях:
παννυχίδες — παννῡχίδες , παννύχιος all night long fem nom/voc pl παννυχίς night festival fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παπαδική — Με τον τίτλο αυτό είναι γνωστοί μεγάλοι χειρόγραφοι κώδικες, γραμμένοι με το αρχαίο στενογραφικό σύστημα της βυζαντινής μουσικής. Οι κώδικες αυτοί περιέχουν μαθήματα του λεγόμενου παπαδικού μέλους, που ψάλλεται στις ιερές ακολουθίες. Οι αρχαίες Π … Dictionary of Greek