-
1 παμφανοώση
-
2 παμφανοώσῃ
См. также в других словарях:
παμφανοώσῃ — παμφανόων bright shining pres part act fem dat sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 παμφανοώση
2 παμφανοώσῃ
παμφανοώσῃ — παμφανόων bright shining pres part act fem dat sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)