Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

παιδοφίλη

См. также в других словарях:

  • παιδοφίλη — παιδοφίλης masc voc sg παιδοφιλέω pres imperat act 2nd sg (doric aeolic) παιδοφιλέω imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παιδόφιλος — παιδόφιλος, ον, θηλ. και παιδοφίλη (Α) 1. αυτός που αγαπά τα παιδιά, φιλότεκνος 2. παιδεραστής 2. το θηλ. ως ουσ. ἡ παιδοφίλη προσωνυμία τής Δήμητρος. [ΕΤΥΜΟΛ. < παῖς, παιδός + φίλος] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»