-
1 πισω
-
2 πίσω
επίρρ.1) сзади, позади;πίσω στη γωνιά — за углом;
πίσω από — и από πίσω — за, сзади, позади; — следом;
προς τα πίσω — назад;
μένω ( — или πάω) πίσω — отставать;
σαν το σκυλί πάει πίσω του — ходит за ним, как собака;
2) назад, обратно;κάνω πίσω — отступать;
πηγαίνω μπρος και πίσω — ходить взад и вперёд;
ούτε μπρος ούτε πίσω — ни взад ни вперёд;
γυρίζω πίσω — а) возвращать;
γυρίζω πίσω το βιβλίο — возвращать книгу; — б) возвращаться;
παίρνω πίσω τα λόγια μου — брать обратно свои слова;
δίνω ( — или γυρίζω) πίσω κάτι — отдавать обратно что-л.;
3) опять, снова, ещё, ещё раз;πίσω τα ίδια — опять то же самое;
§ η πίσω μεριά — или τό πίσω μέρος — а) задняя часть; — б) обратная сторона;
τό ρολόι πάει πίσω — часы отстают;
λέω πίσω από κάποιον — говорить о ком-л. за его спиной;
μπρος φίλος και πίσω σκύλος — погов, в глаза ласкает, а за глаза лает; — спереди лижет, а сзади царапает
-
3 'πίσω
ἀ̱πίσω, ἀπισόωmake equal: imperf ind act 3rd sg (doric aeolic)ἀπίσω, ἀπισόωmake equal: pres imperat act 2nd sg (doric aeolic)ἀπί̱σω, ἀπισόωmake equal: imperf ind act 3rd sg (doric aeolic)ἀπίσω, ἀπισόωmake equal: pres imperat act 2nd sg (doric aeolic)ἀπίσω, ἀπισόωmake equal: imperf ind act 3rd sg (doric aeolic)ἀπίσω, ἀπισόωmake equal: imperf ind act 3rd sg (doric aeolic)ἐπίσω, ἔπισοςmasc /fem /neut nom /voc /acc dualἐπίσω, ἔπισοςmasc /fem /neut gen sg (doric aeolic)ἐπίσω, ἐφίζωset upon: aor subj act 1st sg (ionic)ἐπί̱σω, πιπίσκωgive to drink: aor ind mid 2nd sg -
4 Πίσω
Πίσοςpease: masc nom /voc /acc dualΠίσοςpease: masc gen sg (doric aeolic)——————Πίσοςpease: masc dat sg -
5 Πίσῳ
Βλ. λ. Πίσω -
6 πίσω
πίσονpease: neut nom /voc /acc dualπίσονpease: neut gen sg (doric aeolic)πίσοςpease: masc nom /voc /acc dualπίσοςpease: masc gen sg (doric aeolic)πί̱σω, πιπίσκωgive to drink: aor subj act 1st sgπί̱σω, πιπίσκωgive to drink: fut ind act 1st sgπί̱σω, πιπίσκωgive to drink: aor ind mid 2nd sg (homeric ionic)——————πίσονpease: neut dat sgπίσοςpease: masc dat sg -
7 πίσῳ
Βλ. λ. πίσω -
8 πίσω
[писо] εκίρ. назад, обратноΛεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь) > πίσω
-
9 πίσω
[писо] επίρ назад, обратно. -
10 πίσω
1) arrière2) derrière -
11 Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά
• Цыплят по осени считаютИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά
-
12 πίσω απο την...
darrere de la.. -
13 Κάθε στιγμή που χάνεται, πίσω δεν ξαναπιάνεται
Κάθε στιγμή που χάνεται, πίσω δεν ξαναπιάνεται– Ο χρόνος που περνάει, πίσω δεν γυρνάει– Χαμένος χρόνος δεν ξαναβρίσκεται• Времени не поворотишь• Время деньги дает, а на деньги время не купишь• Крупицу золота можно найти, крупицу времени – никогдаИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Κάθε στιγμή που χάνεται, πίσω δεν ξαναπιάνεται
-
14 Ο χρόνος που περνάει, πίσω δεν γυρνάει
Κάθε στιγμή που χάνεται, πίσω δεν ξαναπιάνεται– Ο χρόνος που περνάει, πίσω δεν γυρνάει– Χαμένος χρόνος δεν ξαναβρίσκεται• Времени не поворотишь• Время деньги дает, а на деньги время не купишь• Крупицу золота можно найти, крупицу времени – никогдаИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Ο χρόνος που περνάει, πίσω δεν γυρνάει
-
15 Ό,τι παίρνει ο ποταμός, δεν το γυρίζει πίσω
Ό,τι παίρνει ο ποταμός, δεν το γυρίζει πίσω– Τα χαμένα μαζεμένα δε γίνονται• Что с возу упало, то пропалоИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Ό,τι παίρνει ο ποταμός, δεν το γυρίζει πίσω
-
16 Σου ξέφυγε μια κουβέντα, πίσω δεν γυρίζει
Σου ξέφυγε μια κουβέντα, πίσω δεν γυρίζει– Λόγο και πέτρα έριξες, δε θα το ξαναπιάσεις– Ο λόγος όταν ειπωθεί, δεν μπορεί να μαζευτεί• Слово не воробей, вылетит – не поймаешьИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Σου ξέφυγε μια κουβέντα, πίσω δεν γυρίζει
-
17 Μπρος βαθύ γκρεμός και πίσω ρέμα
Μπρος βαθύ (γκρεμός, φωτιά) και πίσω ρέμα• Ни туда, ни сюда• Безвыходное положениеИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Μπρος βαθύ γκρεμός και πίσω ρέμα
-
18 Μπρος φωτιά και πίσω ρέμα
Μπρος βαθύ (γκρεμός, φωτιά) και πίσω ρέμα• Ни туда, ни сюда• Безвыходное положениеИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Μπρος φωτιά και πίσω ρέμα
-
19 από πίσω
-
20 Κρύβομαι πίσω από το δάχτυλο μου
• Прятать голову в песокИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Κρύβομαι πίσω από το δάχτυλο μου
См. также в других словарях:
πίσω — ΝΜΑ, και πίσου Ν, και οπίσω και επικ. τ. ὀπίσσω και αιολ. τ. ὐπίσσω Α Α (τοπ. επίρρ.) α) αντίθετα προς το σημείο που βλέπει κανείς ή προς το οποίο κατευθύνεται (α. «χίλιοι τόν παν από μπροστά και δυο χιλιάδες πίσω», δημ. τραγούδι) β) (συν.… … Dictionary of Greek
πίσω — επίρρ. τοπ.: Χίλιοι τον πάν από μπροστά και δυο χιλιάδες πίσω (δημ. τραγ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
'πίσω — ἀ̱πίσω , ἀπισόω make equal imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ἀπίσω , ἀπισόω make equal pres imperat act 2nd sg (doric aeolic) ἀπί̱σω , ἀπισόω make equal imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ἀπίσω , ἀπισόω make equal pres imperat act 2nd sg… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πίσω — Πίσος pease masc nom/voc/acc dual Πίσος pease masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πίσω — πίσον pease neut nom/voc/acc dual πίσον pease neut gen sg (doric aeolic) πίσος pease masc nom/voc/acc dual πίσος pease masc gen sg (doric aeolic) πί̱σω , πιπίσκω give to drink aor subj act 1st sg πί̱σω , πιπίσκω give to drink fut ind act 1st sg… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πίσῳ — Πίσος pease masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πίσῳ — πίσον pease neut dat sg πίσος pease masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πίσω Λιβάδι — Μικρός παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ.), στην πρώην επαρχία Πάρου, του νομού Κυκλάδων. Το Π.Λ. έχει πολύ γραφική παραλία … Dictionary of Greek
Πίσω Μεριά — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 200 μ.), στην πρώην επαρχία Άνδρου, του νομού Κυκλάδων … Dictionary of Greek
Πίσω Μονή Πρέβελη — Πολύ μικρός ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 170 μ.), στην πρώην επαρχία Αγίου Βασιλείου, του νομού Ρεθύμνης … Dictionary of Greek
Πίσω Πηγάδι — Μικρός ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 260 μ.), στην πρώην επαρχία Κυθήρων, του νομού Πειραιώς … Dictionary of Greek