-
1 πέμπτος
πέμπτος, der, die, das Fünfte, Il. 16, 197 u. öfter, u. bei den Folgenden überall; πέμπτος μετὰ τοῖσιν, selbst als Fünfter zu diesen, selbfünfter, Od. 9, 335; ἡ πέμπτη, sc. ἡμέρα, der fünfte Tag, Hes. O. 804 u. Folgde.
-
2 πέμπτος
A fifth: with four others,πέμπτος μετὰ τοῖσιν Od.9.335
;π. αὐτός Th.1.61
,3.19; π. σπιθαμή, i.e. four cubits and a span, Hdt.2.106; ἐς π. μῆνα by the fifth month, Id.1.77; τὸ πέμπτον μέρος a fifth, Pl. Ap. 36b, etc.; τὸ π., as Adv., for the fifth time, ὕπατοι, ὑπατεύων, D.S.19.77, Plu.Fab.19.b ἡ π. (sc. ὥρα) the fifth hour, Arr.Epict.1.1.29.2 ἡ π. (sc. ὁδός), in the Roman camp, = via quintana, Plb.6.30.6.3 ἡ π. tax of one-fifth, PLond.3.1107.5, al. (iii A.D.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πέμπτος
-
3 πέμπτος
πέμπτος, der, die, das Fünfte; πέμπτος μετὰ τοῖσιν, selbst als Fünfter zu diesen, selbfünfter; ἡ πέμπτη, sc. ἡμέρα, der fünfte Tag -
4 πεμπτός
-
5 πεμπτός
πεμπτόςsent: masc nom sg -
6 πέμπτος
πέμπτοςfifth: masc nom sg -
7 πέμπτος
-
8 πεμπτός
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πεμπτός
-
9 πέμπτος
πέμπτος: fifth.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > πέμπτος
-
10 πεμπτός
πεμπτός, geschickt, gesendet -
11 πέμπτος
πέμπτος, η, ον (πέντε; Hom. et al.) ordinal fifth Rv 6:9; 9:1; 16:10; 21:20; Hv 3, 1, 2; Hs 9, 1, 7; 9, 22, 1. ἡ πέμπτη, i.e. ἡμέρα the fifth day (Hes., Aristoph. et al.; Jos., Vi. 47) σαββάτων πέμπτῃ on the fifth day of the week i.e. on Thursday acc. to Judeo-Christian reckoning D 8:1.—DELG s.v. πέντε. M-M. -
12 πεμπτος
I.3[adj. verb. к πέμπω См. πεμπω] посланныйοἱ ἀπὸ τῶν τετρακοσίων πεμπτοὴ πρέσβεις Thuc. — послы «совета Четырехсот»
II.3пятыйτὸ πέμπτον μέρος Plat. — пятая часть;
μέγαθος πέμπτης σπιθαμῆς Her. — величиною в четыре с половиной пехия (= 2.08 м.) (досл. в четыре πήχεις с пятой спитамой);π. μετὰ τοῖσιν Hom. — пятый вместе с ними;π. αὐτός Thuc. — сам пятый, т.е. впятером -
13 πέμπτος
Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > πέμπτος
-
14 πέμπτος
Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > πέμπτος
-
15 πέμπτος
η, ο[ν] αριθ. пятый;τό ένα πέμπτο — одна пятая (часть)
-
16 πέμπτος
пятый.Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > πέμπτος
-
17 πέμπτος
пятыйпятоеΕλληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > πέμπτος
-
18 πέμπτος
-
19 πέμπτος
-η,-ον + Ч O 9-21-14-4-15=63 Gn 1,23; 30,17; 47,24; Ex 13,18; Lv 5,24fifth Gn 1,23(τῇ) πέμπτῃ τοῦ μηνός (sc. ἡμέρᾳ) on the fifth day of the month Ez 1,1; (τῇ) πέμπτῃ καὶ εἰκάδι (sc.ἡμέρᾳ) on the twenty fifth day Neh 6,15*Ex 13,18 πέμπτῃ fifth-ישׁחמי for MT יםשׁחמ in battle array (army in five parts) Cf. LE BOULLUEC 1989, 160 -
20 πέμπτος
[пэмптос] αριθμ επ пятый.
См. также в других словарях:
πεμπτός — sent masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πέμπτος — fifth masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πέμπτος — η, ο / πέμπτος και κρητ. τ. πέντος και αρκαδικός τ. πέμποτος, ον, ΝΜΑ (ως τακτικό αριθμτ.) 1. αυτός που σε μια σειρά ή τάξη φέρει τον αριθμό πέντε, που βρίσκεται μετά τον τέταρτο και πριν από τον έκτο 2. το θηλ. ως ουσ. η Πέμπτη η πέμπτη ημέρα… … Dictionary of Greek
πεμπτός — ή, ό / πεμπτός, ή, όν, ΝΑ [πέμπω] σταλμένος, απεσταλμένος («ἀπὸ τών τετρακοσίων πεμπτοὶ πρέσβεις», Θουκ.) … Dictionary of Greek
πέμπτος — η, ο αυτός που έρχεται στη σειρά μετά τον τέταρτο: Πέμπτος όροφος, πέμπτη τάξη … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
πέμπτα — πέμπτος fifth neut nom/voc/acc pl πέμπτᾱ , πέμπτος fifth fem nom/voc/acc dual πέμπτᾱ , πέμπτος fifth fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεμπτόν — πεμπτός sent masc acc sg πεμπτός sent neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πέμπται — πέμπτος fifth fem nom/voc pl πέμπτᾱͅ , πέμπτος fifth fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πέμπτον — πέμπτος fifth masc acc sg πέμπτος fifth neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πέμπτων — πέμπτος fifth fem gen pl πέμπτος fifth masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεμπτούς — πεμπτός sent masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)