Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

πέδιλλον

См. также в других словарях:

  • πέδιλλον — μετά εἴλω shut in imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) μετά εἴλω shut in imperf ind act 1st sg (doric aeolic) μετά ἴλλω shut in imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) μετά ἴλλω shut in imperf ind act 1st sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πέδιλο(ν) — το, ΝΜΑ, αιολ. τ. πέδιλλον Α είδος υποδήματος που υπάρχει από την αρχαιότητα και το οποίο καλύπτει με δέρμα ή παρόμοιο υλικό μόνο το πέλμα ή και τον ταρσό τού ποδιού, ενώ συγκρατείται πάνω στο πόδι με κορδόνια ή λουριά, σανδάλι νεοελλ. αρχ.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»