Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

πάλμυς

См. также в других словарях:

  • Πάλμυς — Πάλμῡς , Πάλμυς masc acc pl Πάλμυς masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πάλμυς — Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Ιπποτίωνα, ηγεμόνα της Ασκανίας, πόλης της Βιθυνίας. Ήταν σύμμαχος των Τρώων και πολέμησε γενναία μαζί με τον Έκτορα. * * * πάλμυς, υδος, ὁ (ΑΜ) (ως επίθ. τού Διός) βασιλέας, βασιλέας τών πάντων. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται… …   Dictionary of Greek

  • Πάλμυ — Πάλμυς masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πάλμυν — Πάλμυς masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πάλμυος — Πάλμυς masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»