Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

οὐρᾰνό-θεν

См. также в других словарях:

  • -θε — (AM θε και θεν) κατάληξη τοπικών επιρρ. που δηλώνει την από τόπου κίνηση («δώθε», «κείθε», «πάροιθε», «άνωθεν») αρχ. κατάληξη τής γενικής ή αφαιρετικής εν. ουσ. ή επιθ. ή αντωνυμιών που δηλώνει την από τόπου κίνηση, την προέλευση ή την καταγωγή… …   Dictionary of Greek

  • καρρόθεν — (Α) επίρρ. από κάτι καλύτερο. [ΕΤΥΜΟΛ. < κάρρον «καλύτερα» (συγκρ. βαθμός τού καλῶς) + κατάλ. θεν* (πρβλ. θεμελιό θεν, ουρανό θεν)] …   Dictionary of Greek

  • λειμωνόθεν — και λειμωνόθε (Α) επίρρ. από το λιβάδι. [ΕΤΥΜΟΛ. < λειμών, ῶνος + επιρρμ. κατάλ. θεν (πρβλ. ουρανό θεν, χειμωνό θεν)] …   Dictionary of Greek

  • οίκοθεν — (Α οἴκοθεν και οἴκοθε) επίρρ. 1. από το σπίτι, από την οικία («φιάλαν... δωρήσεται νεανίᾳ γαμβρῷ προπίνων οἴκοθεν οἴκαδε», Πίνδ.) 2. από την πατρίδα («οἴκοθεν ἐκ Κλαζομενῶν», Πλάτ.) 3. αφ εαυτού, αυτοπροαίρετα, εκουσίως 4. με προσωπική κρίση… …   Dictionary of Greek

  • ολόθεν — επίρρ. από όλα τα μέρη, από παντού. [ΕΤΥΜΟΛ. < όλος + επιρρμ. κατάλ. θεν (πρβλ. δεξιό θεν, ουρανό θεν)] …   Dictionary of Greek

  • πυργόθεν — Μ επίρρ. από τον πύργο. [ΕΤΥΜΟΛ. < πύργος + επιρρμ. κατάλ. –θεν (πρβλ. μυχό θεν, ουρανό θεν)] …   Dictionary of Greek

  • ουρανόθεν — (ΑΜ οὐρανόθεν) επίρρ. (ως τοπ.) από τον ουρανό. [ΕΤΥΜΟΛ. < οὐρανός + επιρρμ. κατάλ. θεν (πρβλ. ηπειρό θεν)] …   Dictionary of Greek

  • ύπερθεν — και αιολ. τ. ὕπερθα και για μετρ. λόγους ὕπερθε Α επίρρ. 1. από πάνω 2. (σχετικά με το σώμα) στα άνω τμήματα 3. από τον ουρανό, από τους θεούς 4. (με γεν.) περισσότερο 5. χρησιμοποιείται και για να δηλώσει σύγκριση («τοτὲ μὲν ἄπορα, τοτὲ δ… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»