-
1 οιωνισμώ
-
2 οἰωνισμῷ
-
3 οἰωνίζομαι
V 5-4-0-0-0=9 Gn 30,27; 44,5.15; Lv 19,26; Dt 18,10to divine from omens, to augure Dt 18,10; to conjecture, to learn by divination Gn 30,27οἰωνισμῷ οἰωνιεῖται he practises divination (semit., rendering MT שׁינח שׁנח) Gn 44,15Cf. DOGNIEZ 1992, 50; HARL 1986a, 231(Gn 30,27).287; HARLÉ 1988, 171; WEVERS 1993, 746
См. также в других словарях:
οἰωνισμῷ — οἰώνισμα omen from the flight masc dat sg οἰωνισμός masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υδρομαντεία — Η πρόβλεψη του μέλλοντος, από την εξέταση των κυματισμών, της διαφάνειας και του χρώματος του νερού. Σύμφωνα με τον Ρωμαίο ιστορικό και αρχαιοδίφη Ουάρωα, οι Έλληνες παρέλαβαν την υ. από τους Πέρσες, την εποχή της εκστρατείας του Ξέρξη στην… … Dictionary of Greek