-
1 οινοποσίαις
-
2 οἰνοποσίαις
См. также в других словарях:
οἰνοποσίαις — οἰνοποσία drinking of wine fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 οινοποσίαις
2 οἰνοποσίαις
οἰνοποσίαις — οἰνοποσία drinking of wine fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)