-
1 οιναδοθήραι
-
2 οἰναδοθῆραι
См. также в других словарях:
οἰναδοθῆραι — οἰναδοθήρας dove catcher masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 οιναδοθήραι
2 οἰναδοθῆραι
οἰναδοθῆραι — οἰναδοθήρας dove catcher masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)