Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

οἰκήσεων

См. также в других словарях:

  • οἰκήσεων — οἰκήσεω̆ν , οἴκησις the act of dwelling fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Феодосий Триполитский — греческий геометр и астроном. Жил в I в. или около середины II. По одним свидетельствам он происходил из Вифинии, по другим из Триполиса, но неизвестно, Сирийского или Африканского. Никаких других биографических сведений о Феодосии не сохранилось …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Феодосий (математик) — Для этой статьи не заполнен шаблон карточка. Вы можете помочь проекту, добавив его. В Википедии есть статьи о других людях с именем Феодосий. Феодосий (др …   Википедия

  • Theodosĭos — (Theodosius), griechischer Name, bedeutet der von Gott Gegebene. I. Griechische Kaiser: 1) Flavius Th. I. der Große, Sohn des Th. 4), geb. 346 v. Chr. zu Cauca in Spanien; begleitete seinen Vater nach Britannien u. Afrika, zog 374 gegen die… …   Pierer's Universal-Lexikon

  • θεοδόσιος — I Όνομα αυτοκρατόρων του Βυζαντίου. 1. Θ. ο Μέγας (Ισπανία 346 – Μιλάνο 395). Αυτοκράτορας της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (379 395) και μετά το 388 και της Δυτικής. Στην Ανατολή διαδέχθηκε τον Βαλέντιο –που βρήκε τραγικό τέλος στην… …   Dictionary of Greek

  • Θεσσαλονίκη — I (4ος αι. π.Χ.). Κόρη του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας και της συζύγου του Νικησίπολης, αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σύζυγός της υπήρξε ο Κάσσανδρος, από τον οποίο απέκτησε τρεις γιους: τον Φίλιππο, τον Αντίπατρο και τον Αλέξανδρο. Τη σκότωσε ο… …   Dictionary of Greek

  • Καρδίτσης, νομός — Διοικητική διαίρεση (2.576 τ. χλμ., 129.541 κάτ.) της περιφέρειας Θεσσαλίας με πρωτεύουσα την Καρδίτσα. Συνορεύει στα Β με τον νομό Τρικάλων, στα Α με τον νομό Λαρίσης, στα ΝΑ με τον νομό Φθιώτιδος, στα Ν με τους νομούς Ευρυτανίας και… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»