Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ξυνοχή

См. также в других словарях:

  • ξυνοχή — ξυνοχή, ἡ (Α) βλ. συνοχή …   Dictionary of Greek

  • ξυνοχῇ — συνοχέομαι pres subj mp 2nd sg συνοχέομαι pres ind mp 2nd sg συνοχέομαι pres subj act 3rd sg συνοχή holding together fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ξυνοχή — συνοχή holding together fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ξυνοχῆι — ξυνοχῇ , συνοχέομαι pres subj mp 2nd sg ξυνοχῇ , συνοχέομαι pres ind mp 2nd sg ξυνοχῇ , συνοχέομαι pres subj act 3rd sg ξυνοχῇ , συνοχή holding together fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνοχή — Ελκτική δύναμη που παρεμποδίζει το διαχωρισμό μιας ουσίας ή ενός μείγματος σε περισσότερα μέρη. Η δύναμη αυτή, ανύπαρκτη στα αέρια, ασήμαντη, εκτός από μερικές εξαιρέσεις, στα περισσότερα υγρά, συναντιέται ως φυσική ιδιότητα μόνο στα στερεά και… …   Dictionary of Greek

  • PERICLYMENUS — Nelei fil. frater Nestoris et Chronii, Homer. 2. Od. Cui a Neptuno avo concessum erat, ut in quas visum esset formas se posset transformare. Testatur hoc Euphorion, in his. Περικλύμενον τ᾿ ἀγέρωχον Ο῎λβιον, ᾧ πόρε δῶρα Ποσειδάων Ε᾿νοσίχθων Παντȏι …   Hofmann J. Lexicon universale

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»