Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

νέβρινος

См. также в других словарях:

  • νέβρινος — νέβρινος, ίνη, ον (Α) [νεβρός] κατασκευασμένος ή προερχόμενος από νεβρό («νεβρίνη δορά», Σοφ.) …   Dictionary of Greek

  • νεβρίνῃ — νέβρινος of a fawn fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νεβρός — ο (Α νεβρός, ὁ και σπαν. ἡ) το νεογνό τού ελαφιού, το ελαφάκι («νεβρὸν ἔχοντ ὀνύχεσσι, τέκος ἐλάφοιο ταχείης», Ομ. Ιλ.) αρχ. 1. το δέρμα νεογνού ελαφιού («περὶ δὲ τοὺς πόδας τε καὶ τὰς κνήμας πέδιλα νεβρῶν», Ηρόδ.) 2. μτφ. κάθε σύμβολο φόβου και… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»