-
1 νωτιδανός
νωτιδανός, ὁ, eine Haifischart mit einem Stachel an der Rückenflosse, sonst auch ἐπινωτιδεύς genannt, Arist. bei Ath. VII, 294 d.
-
2 νωτιδανός
νωτιδανός, ὁ, eine Haifischart mit einem Stachel an der Rückenflosse, sonst auch ἐπινωτιδεύς genannt -
3 ἐπι-νωτιδεύς
ἐπι-νωτιδεύς, ὁ, eine Haifischart, sonst νωτιδανός, Ath. VII, 294 d.
См. также в других словарях:
νωτιδανός — ο (Α νωτιδανός) γένος σελαχίων στο οποίο ανήκουν είδη μεγαλόσωμων ψαριών με οξύ νωτιαίο πτερύγιο και με επίμηκες και χοντρό κεφάλι που απολήγει σε οξύ ρύγχος. [ΕΤΥΜΟΛ. < νῶτον + κατάλ. (ι)δανός (πρβλ. ουτιδανός, ληθεδανός)] … Dictionary of Greek
νωτιδανόν — νωτιδανός masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)