Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

νεανίαις

См. также в других словарях:

  • νεανίαις — νεᾱνίαις , νεανίης masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Altgriechische Grammatik — Die Grammatik der altgriechischen Sprache (Altgriechisch: ἡ Ἑλληνικὴ γλῶσσα hē hellēnikē glōssa) ist in Beziehung auf Morphologie komplex und verfügt wie viele indogermanischen Sprachen über eine ausgeprägte Flexion. Dieser Artikel fasst die… …   Deutsch Wikipedia

  • λογάς — (I) λογάς, ἡ (Α) συν. στον πληθ. αἱ λογάδες 1. το λευκό τών οφθαλμών 2. (γενικά) οι οφθαλμοί, τα μάτια 3. μτφ. φρ. «λογάδες λίθοι» ακατέργαστοι, απελέκητοι λίθοι. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για μεταφορική χρήση τού τ. λογάς (II), πρβλ. «λογάδες… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»