Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

μῖμος

См. также в других словарях:

  • μῖμος — imitator masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μίμος — Στη σύγχρονη ορολογία με τη λέξη μ. υποδηλώνεται ένα θεατρικό είδος, στο οποίο η σκηνική έκφραση στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις χειρονομίες, στη στάση και στην κίνηση του ανθρώπινου σώματος. Στην κλασική εποχή ο μ. ήταν μια ιδιαίτερη μορφή …   Dictionary of Greek

  • μίμος — ο 1. ο ηθοποιός που κάνει μιμικές κινήσεις και χειρονομίες (παντομίμα). 2. ο άνθρωπος που έχει την ικανότητα να μιμείται άλλους στις κινήσεις, τη φωνή κτλ.: Είναι μίμος πολλών πολιτικών. 3. (φιλολ.), αρχαίο είδος δραματικού έργου με θέμα σκηνές… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μιμίαμβος — Μίμος γραμμένος σε στίχους σκάζοντας ή χωλιάμβους, που διηγείται με χιουμοριστικό τρόπο επεισόδια από την καθημερινή ζωή του λαού. Ο καλύτερος συγγραφέας μ. στην αρχαία ελληνική λογοτεχνία ήταν ο Ηρώνδας, που τον μιμήθηκε και ο Λατίνος Γναίος… …   Dictionary of Greek

  • μῖμοι — μῖμος imitator masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μῖμον — μῖμος imitator masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεόμιμος — θεόμιμος, ον (Α) αυτός που μιμείται θεό. [ΕΤΥΜΟΛ. < θεο * + μιμος (< μίμος), πρβλ. γυναικό μιμος, παντό μιμος] …   Dictionary of Greek

  • Ηρώνδας ή Ηρώδας — (3ος αι. π.Χ.).Μιμογράφος από την Κω. Το συγγραφικό έργο του τοποθετείται μεταξύ 275 και 245 π.Χ. Ένας πάπυρος που ανακαλύφθηκε το 1891 έκανε γνωστούς εννέα (οι επτά πλήρεις) σύντομους μίμους του σε ιωνική διάλεκτο (ονομάζονται και μιμίαμβοι,… …   Dictionary of Greek

  • παντόμιμος — ο / παντόμιμος, ον, ΝΑ το αρσ. ως ουσ. ο παντόμιμος ηθοποιός που παριστάνει τα νοήματα και την υπόθεση ενός έργου μόνον με τη μιμική και την όρχηση, με κινήσεις τού σώματος και με χειρονομίες χωρίς να μιλά, ο ηθοποιός τής παντομίμας αρχ. 1. αυτός …   Dictionary of Greek

  • Ντεμπιρό, Ζαν-Γκασπάρ — (Jean Gaspard Debureau, Κολίν, Βοημία 1796 – Παρίσι 1846). Γάλλος μίμος. Γεννήθηκε από οικογένεια περιπλανώμενων σαλτιμπάγκων, που έφτασε στη Γαλλία κατά το 1811. Η καταγωγή του και τα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας του δεν είναι γνωστά. Τις… …   Dictionary of Greek

  • Mime artist — Mime redirects here. For Multipurpose Internet Mail Extensions, see MIME. For other uses, see Mime (disambiguation). Mimes Mimes Jean and Bri …   Wikipedia

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»