Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

μουσοχαρής

См. также в других словарях:

  • μουσοχαρής — μουσοχαρής, ές (Α) αυτός που αγαπά την ποίηση και, γενικά, τις τέχνες. [ΕΤΥΜΟΛ. < μοῦσα + χαρής (< χαίρω), πρβλ. θεο χαρής] …   Dictionary of Greek

  • μουσοχαρεῖ — μουσοχαρής delighting in the Muses masc/fem/neut nom/voc/acc dual (attic epic) μουσοχαρής delighting in the Muses masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μούσα — (Αστρον.). Διεθνώς Musa 600. Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 14 Ιουνίου 1906. Το φαινόμενομέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι περίπου 13,0 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και από τον Ήλιο 10,18. * * * (I) η (ΑΜ μοῡσα, Α… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»