-
1 μναμείον
-
2 μναμεῖον
-
3 μνημεῖον
A memorial, remembrance, record of a person or thing,μνημήϊα καταλιπέσθαι Hdt.2.126
, 135;λόγων φερτάτων μ. Pi.P.5.49
, cf. A.Th.49, etc.; μνημεῖα ὅρκων a record of the oaths, E.Supp. 1204;μνημεῖα κακῶν τε κἀγαθῶν ἀΐδια Th.2.41
; μνημεῖα τῆς δαπάνης visible memorials, Arist.Pol. 1321a40;ἐνομίζομεν τὰς συμφορὰς ἱκανὰ μ. τῇ πόλει καταλελεῖφθαι, ὥστε μηδ' ἄν.. ἐπιθυμεῖν Lys.34.1
; τὰ παίδων μαθήματα θαυμαστὸν ἔχει τι μ. the lessons of childhood cling strangely to the memory, Pl.Ti. 26b; μνημεῖα καταλειφθῆναι τῶν μελλόντων ἔσεσθαι to be left behind as reminders of things to come, Id.Phdr. 233a.2 of one dead, Simon.106 (pl.);μνημεῖ' Ὀρέστου.. προσθεῖναι S.El. 933
; of an urn containing the ashes of the dead, ib. 1126; ;τάφων τε καὶ τῶν ἄλλων μ. Pl.R. 414a
; tomb, LXX Jo.13.6, Ev.Jo.5.28, SIG1234, etc.: generally, monument, Th.1.138, Pl.Criti. 120c (pl.), X.HG2.4.17, IG14.1932 (ii A. D.), etc.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μνημεῖον
-
4 μνᾶμα
См. также в других словарях:
μναμείον — μναμεῑον, τὸ (Α) (δωρ. τ.) βλ. μνημείο … Dictionary of Greek
μναμεῖον — μνᾱμεῖον , μνημεῖον memorial neut nom/voc/acc sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μνημείο — Κάθε τι και κυρίως κάθε κτίσμα στήλη, τύμβος κλπ. που προορίζεται να συμβολίσει μια ιδέα ή να τιμήσει και να διαιωνίσει τη μνήμη κάποιου σημαντικού γεγονότος ή προσώπου. Τα προϊστορικά ντόλμεν, οι πυραμίδες, οι τύμβοι, είναι μνημεία αυτού του… … Dictionary of Greek