-
1 μισού
μῑσοῦ, μισέωhate: pres imperat mp 2nd sg (attic)μῑσοῦ, μισέωhate: imperf ind mp 2nd sg (attic) -
2 μισοῦ
μῑσοῦ, μισέωhate: pres imperat mp 2nd sg (attic)μῑσοῦ, μισέωhate: imperf ind mp 2nd sg (attic) -
3 обапол
(дер.-об) το σανίδι με κυκλική πλευρά, горбыльный - με απριόνιστη/πριο-νισμένη κάτω του μισού πλευράРусско-греческий словарь научных и технических терминов > обапол
-
4 двуполье
-я ουδ.αγρανάπαυση του μισού χωραφιού. -
5 деньга
-
6 морг
-
7 половинщик
-а α.κάτοχος του μισού (περιουσίας κ.τ.τ.). -
8 полувековой
επ.μισού αιώνα, πεντηκονταετής•-ая жизнь πεντηκονταετής ζωή (ύπαρξη).
-
9 полуротный
επ.του μισού λόχου. -
10 фолиант
-а α. παλ.βιβλίο σχήματος μισού τυπογραφικού φύλλου. || μεγάλο βιβλίο. -
11 фолио
ουδ. άκλ.βιβλίο ή περιοδικό σχήματος ολόκληρου φύλλου ή μισού. || (λογιστ.) σελίδα κατάστιχου.
См. также в других словарях:
μισοῦ — μῑσοῦ , μισέω hate pres imperat mp 2nd sg (attic) μῑσοῦ , μισέω hate imperf ind mp 2nd sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εγκέφαλος — Το ανώτερο και πιο ανεπτυγμένο τμήμα του νευρικού συστήματος, που βρίσκεται στην κοιλότητα του κρανίου. Η μακροσκοπική εικόνα του ε. είναι μαλακή μάζα γκριζωπού και λευκού ιστού με έντονα πτυχωμένη επιφάνεια. Για περιγραφικούς λόγους, ο ε. συχνά… … Dictionary of Greek
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
Ιρλανδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιρλανδίας Έκταση: 70.280 τ. χλμ. Πληθυσμός: 3.883.159 (2002) Πρωτεύουσα: Δουβλίνο (495.102 κάτ. το 2002)Νησιωτικό κράτος της βορειοδυτικής Ευρώπης. Καλύπτει τα πέντε έκτα της έκτασης του ομώνυμου νησιού που… … Dictionary of Greek
Λέσβος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Λαπίθη από τη Θεσσαλία. Φέρεται ως ιδρυτής της πόλης Μυτιλήνης του επίσης ομώνυμού του νησιού του Αιγαίου. Ο Λ. παντρεύτηκε την Μήθυμνα, κόρη του τοπικού βασιλιά Μακαρέα. Ο σχετικός μύθος υποδηλώνει ότι οι… … Dictionary of Greek
Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… … Dictionary of Greek
ημίπηχυς — ἡμίπηχυς, υ (Α) 1. αυτός που έχει έκταση μισού πήχη 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἡμίπηχυ μισός πήχης 3. αυτός που έχει ύψος μισού πήχη … Dictionary of Greek
ημιωβολιαίος — ἡμιωβολιαῑος, α, ον (Α) [ημιώβολο] 1. αυτός που έχει αξία μισού οβολού 2. αυτός που έχει μέγεθος μισού οβολού … Dictionary of Greek
μισοκοίλι — το 1. όγκος μισού κοιλού 2. δοχείο χωρητικότητας μισού κοιλού που χρησιμοποιείται συνήθως για μέτρηση δημητριακών. [ΕΤΥΜΟΛ. < μισ(ο) * + κοιλό «μέτρο χωρητικότητας δημητριακών»] … Dictionary of Greek