-
1 μικροφανης
См. также в других словарях:
μικροφανής — μικροφανής, ές (Α) (για τους πλανήτες) αυτός που δίδει την εντύπωση τού μικρού, αυτός που φαίνεται μικρός. [ΕΤΥΜΟΛ. < μικρ(ο) * + φανής (< φαίνω), πρβλ. τηλε φανής] … Dictionary of Greek
1 μικροφανης
μικροφανής — μικροφανής, ές (Α) (για τους πλανήτες) αυτός που δίδει την εντύπωση τού μικρού, αυτός που φαίνεται μικρός. [ΕΤΥΜΟΛ. < μικρ(ο) * + φανής (< φαίνω), πρβλ. τηλε φανής] … Dictionary of Greek