Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

μηχανά

См. также в других словарях:

  • μηχανά — μηχανά̱ , μηχανή contrivance fem nom/voc/acc dual μηχανά̱ , μηχανή contrivance fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μηχανᾷ — μηχανάομαι make by art pres subj mp 2nd sg μηχανάομαι make by art pres ind mp 2nd sg (epic) μηχανή contrivance fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μηχανᾶι — μηχανᾷ , μηχανάομαι make by art pres subj mp 2nd sg μηχανᾷ , μηχανάομαι make by art pres ind mp 2nd sg (epic) μηχανᾷ , μηχανή contrivance fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μηχανάν — μηχανά̱ν , μηχανή contrivance fem acc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μηχανάς — μηχανά̱ς , μηχανή contrivance fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μηχανάσθω — μηχανά̱σθω , μηχανάομαι make by art pres imperat mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποτανός — ά, όν, και ποτηνός, ή, όν, Α 1. αυτός που πετάει, ο φτερωτός (α. «ποτανοὶ οἰωνοί», Ευρ. β. «ποτανὰ πέδιλα», Ευρ.) 2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ ποτανά τα πτηνά («αἰετὸς ὠκὺς ἐν ποτανοῑς», Πίνδ.) 3. φρ. α) «ποτανὸς ἐν Μοίσαισι» αυτός που επιχειρεί …   Dictionary of Greek

  • μηχανάασθαι — μηχανάομαι make by art pres inf mp (epic) μηχανά̱ασθαι , μηχανάομαι make by art pres inf mp (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»