-
1 τετραμηνον
-
2 δωδεκάμηνος
δωδεκά-μηνος, ον,A of twelve months,τέλος Pi.N.11.10
(but δυω- codd.): - μηνον, τό, year, Thd.Da.4.26, POxy.506.15 (ii A.D.):—poet. [pref] δυωδεκάμ-, twelve months old, Hes.Op. 752.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > δωδεκάμηνος
-
3 πεντέμηνον
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πεντέμηνον
-
4 τεσσαρεσκαιδεκάμηνον
A period of fourteen months, PCair. Zen.507.25 (iii B.C., abbrev.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τεσσαρεσκαιδεκάμηνον
См. также в других словарях:
πεντεκαιδεκάμηνον — τὸ, Α διάστημα δεκαπέντε μηνών. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντεκαίδεκα «δεκαπέντε» + μηνον (< μήν, μηνός), πρβλ. δεκά μηνον] … Dictionary of Greek
τεσσαράμηνον — τὸ, Α χρονική περίοδος τεσσάρων μηνών. [ΕΤΥΜΟΛ. < τέσσαρες, α + μηνος (< μήν, μηνός),πρβλ. τετρά μηνον] … Dictionary of Greek