-
1 μετα-φορικός
μετα-φορικός, ή, όν, übertragen, metaphorisch, uneigentlich, ὄνομα, Gramm. – Der Metaphern zu gebrauchen pflegt, δεινὸς περὶ τὴν φράσιν καὶ μεταφ., D. L. 8, 57.
-
2 μεταφορικός
μετα-φορικός, ή, όν, übertragen, metaphorisch, uneigentlich. Der Metaphern zu gebrauchen pflegt -
3 μεταφορικος
31) метафорический, переносный Arst.2) склонный к употреблению метафор(Ἐμπεδοκλῆς Arst., Diog.L.)
-
4 Σεβαστοφορικός
A pertaining to the Σεβαστοφόροι, IG3.1145 iii 15 (ii/iii A.D.); μετὰ τὰς -κὰς νομάς ib.1184 (iii A.D.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Σεβαστοφορικός
Перевод: с греческого на все языки
со всех языков на греческий- Со всех языков на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий
- Русский