-
1 μεταιτέω
A demand one's share of, c. gen. rei,τῆς βασιληΐης μ. Hdt. 4.146
, cf. 7.150; alsoμέρος τινὸς μ. Ar.V. 972
.2 abs.,μ. παρά τινος D.19.222
, cf. Luc.Nec.17.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μεταιτέω
-
2 μεταίτησις
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μεταίτησις
-
3 μεταίτης
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μεταίτης
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский