Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

μεταβολήν

См. также в других словарях:

  • μεταβολήν — μεταβολή change fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Anaximander — otheruses4|the Pre Socratic philosopherInfobox Philosopher region = Western Philosophy era = Pre Socratic philosophy color = #B0C4DE image caption = Detail of Raphael s painting The School of Athens , 1510–1511. This could be a representation of… …   Wikipedia

  • Anaximandre — Pour les articles homonymes, voir Anaximandre (homonymie). Anaximandre de Milet Philosophe occidental Antiquité …   Wikipédia en Français

  • Anaximandre de Milet — Anaximandre Pour les articles homonymes, voir Anaximandre (homonymie). Détail de l École d Athènes de Raphaël, 1510 1511 …   Wikipédia en Français

  • MAEMACTES — Graece Μαιμάκτης: Sic enim Iuppiter Athenis dictus est, quasi furiosus et turbulentus; a verbo μαιμάσσειν vel μαιμάζειν, quod inter cetera strepere est, turbari, tumultuari. Suidas, Μαιμάζει, σφύζει, προθυμε̑ι, κυματοῦται, πηδᾷ, καχλάζει,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • αναγνώριση — I (Λογ.). Λογοτεχνικό εύρημα, που συνήθως αποτελεί ισχυρό στοιχείο στην πλοκή ορισμένων μύθων και συναντάται συχνά στην πεζογραφία, την ποίηση και τον θεατρικό λόγο. Ειδικότερα, ο όρος αναφέρεται σε ανθρώπους που –αν και συνδέονται με ισχυρούς… …   Dictionary of Greek

  • ευήκοος — η, ο (ΑΜ εὐήκοος, ον Α και εὐάκοος, ον) αυτός που ακούει τα αιτήματα τών άλλων με προσοχή και ευμενή διάθεση («εὐήκοον οὖς») αρχ. μσν. 1. όποιος έχει καλή ακοή, όποιος ακούει καλά 2. εκείνος που εισακούεται από τον θεό 3. το ουδ. ως ουσ. τὸ… …   Dictionary of Greek

  • κατάχρεος — η, ο (Α κατάχρεος, ον και κατάχρεως, ων) αυτός που βαρύνεται από πολλά χρέη, αυτός που χρωστά πολλά, καταχρεωμένος, πηγμένος στα χρέη («πολλοὶ δὲ καὶ τῶν ἀπόρων καὶ καταχρέων ἄσμενοι τὴν μεταβολὴν προσεδέξαντο», Διόδ.) αρχ. 1. (το ουδ. πληθ. ως… …   Dictionary of Greek

  • κατάψευσις — κατάψευσις, εύσεως, ἡ (Α) [καταψεύδομαι] ψευδής αφήγηση, ψευδής έκθεση («βέλτιον δὲ αἰτιᾱσθαι μεταβολὴν ἢ ἄγνοιαν ἢ κατάψευσιν τῶν τόπων κατὰ τὸ μυθῶδες», Στράβ.) …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»