-
1 εὐ-μετά-στατος
εὐ-μετά-στατος, leicht umzustellen, veränderlich, ὑγίεια Plut. educ. lib. 8, dem ἀβέβαιον entsprechend.
-
2 ἀ-μετά-στατος
ἀ-μετά-στατος, nicht umgestellt, Plat. Rep. II, 361e nicht wegzubringen, 378 e mit δυςέκνιπτος vrbdn; Plut. neben ἀμετάϑετος.
-
3 μετάστατος
μετά-στᾰτος, ον,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μετάστατος
-
4 ἀμετάστατος
ἀ-μετά-στατος, nicht umgestellt, nicht wegzubringen -
5 εὐμετάστατος
εὐ-μετά-στατος, leicht umzustellen, veränderlich -
6 ἀδιάστατος
ἀδιά-στᾰτος, ον,A continuous, Antipho Soph.24;ἀγάπησις Andronic.Rhod. p.513M.
Adv. - τως without intermission, Ph.1.342, 501, etc.2 Gramm. of ι in diphthongs, inseparable, not forming a distinct syllable, A.D.Pron.86.21. Adv. -τως, σύλληψις συμφώνων μετὰ φωνηέντος.. ἀ. λεγομένη Sch.D.T.p.48H.II without extension or dimension, Plu.2.601c, Plot.1.5.7, Alex.Aphr.in Top.31.18. Adv.- τως Procl.in Prm.p.543
S., Inst.176.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀδιάστατος
См. также в других словарях:
αερόστατο — Αεροσκάφος το οποίο μπορεί να συγκρατείται στην ατμόσφαιρα μόνο με την επίδραση της άνωσης που δέχεται από τον αέρα (αρχή του Αρχιμήδη). Αποτελείται ουσιαστικά από ένα μπαλόνι στήριξης, εντελώς αεροστεγές, γεμάτο με αέριο ελαφρύτερο από τον αέρα … Dictionary of Greek