-
1 μεσο-φανής
μεσο-φανής, ές, in der Mitte erscheinend, in poet. Form μεσσοφανής, Nonn. D. 10, 187.
См. также в других словарях:
μεσσοφανής — μεσσοφανής, ές (Α) (επικ. τ.) βλ. μεσοφανής … Dictionary of Greek
μεσοφανής — και ποιητ. τ. μεσσοφανής, ές (Α) 1. αυτός που φαίνεται στο μέσο, ανάμεσα 2. (για την ημισέληνο) αυτή που φαίνεται κατά το ήμισυ. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεσ(ο) * + φανής (< φαίνω), πρβλ. νυκτι φανής, τηλε φανής] … Dictionary of Greek