Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

μεγαλόμητις

См. также в других словарях:

  • μεγαλόμητις — μεγαλόμητις, τι (Α) αυτός που έχει μεγάλες και υψηλές φιλοδοξίες. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεγαλ(ο) * + μῆτις «σοφία» (πρβλ. δολιό μητις, ποικιλό μητις)] …   Dictionary of Greek

  • μεγαλόμητις — of high design fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλ(ο)- — και μεγα / μεγά (ΑM μεγαλ[ο] και μεγα / μεγά ) α συνθετικό πάμπολλων λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στο επίθετο μέγας, μεγάλου. Τα σύνθετα στα οποία εμφανίζεται είναι, κατά κανόνα, προσδιοριστικού τ. (δηλ. το α συνθετικό… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»