-
1 μαλακό-γναθος
μαλακό-γναθος, mit weichen Kinnbacken?
-
2 μαλακόγναθος
μᾰλᾰκό-γνᾰθος, ον, of a horse,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μαλακόγναθος
-
3 μαλακόγναθος
См. также в других словарях:
γουλιανός — Ψάρι της οικογένειας των σιλουριδών, της τάξης των oσταριοφύσων τελεοστέων. Είναι μεγαλόσωμο ψάρι που ζει στο γλυκό νερό. Το σώμα του έχει μήκος από 1 έως 3 και σπάνια 4 μ. και απολήγει σε στρογγυλό ουραίο πτερύγιο· το δέρμα του είναι μαλακό,… … Dictionary of Greek