-
1 λυγμοί
λυγμόςmasc nom /voc pl -
2 θαμέες
Aθαμύς A.D.Adv.153.4
): fem.nom.and acc. θαμειαί, -άς (oxyt., Aristarch. ap. Hdn.Gr.2.22):—poet.Adj. used only in pl., crowded, close-set,ὀδὀντες.. ὑὸς θαμέες ἔχον Il.10.264
; ὀδόντες πυκνοὶ καὶ θ. Od.12.92;θαμέες γὰρ ἄκοντες.. ἀΐσσουσι Il.11.552
, 17.661;ἴκρια.. ἀραρὼν θαμέσι σταμίνεσσι Od.5.252
; πυραί, λίθοι θ., Il.1.52, 12.287; frequent, , Al. 581 (in [comp] Comp. θαμειότερος): [comp] Comp.θαμύντερος Hsch.
Adv. θαμέως,= θαμά, Alc.Supp.25.5 (dub.), Hp.Superf.25, Max.600. -
3 ἀηθέσσω
A to be unaccustomed, c. gen., once in Hom.,ἀήθεσσον γὰρ ἔτ' αὐτῶν Il.10.493
;ἀηθέσσουσα δύης A.R.4.38
;λυγμοὶ ἀηθέσσοντες Nic.Al. 378
:—for A.R.1.1171 v.sq.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀηθέσσω
-
4 ἐπασσύτερος
A one upon another, one after another, mostly in pl.,ἐπασσύτεραι κίνυντο φάλαγγες Il.4.427
; .[277]; σκοποὶ ἷζον αἰὲν ἐπασσύτεροι watchers sat one after another, i.e. at short distances, Od.16.366;τριηκοσίας πέτρας πέμπον ἐ. Hes.Th. 716
;ἐ. ποσὶν ἕρπον Nic.Th. 717
: and in sg., κῦμα.. ὄρνυτ' ἐπασσύτερον wave upon wave, Il.4.423.II frequent, repeated, : with sg. word, ἐ. οὖρος, perh. following breeze or ever-freshening, A.R.1.579; and so ἐ. βιότοιο χρησμοσύνη ever-growing penury, Id.2.472. (Perh. from ἐπ-αν (α) -ς (ε) υ-.)Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπασσύτερος
См. также в других словарях:
λυγμοί — λυγμός masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αναφιλητό — το (κ. αναφιλυτό) λυγμός, συνεχείς λυγμοί, σιγανός θρήνος. [ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < αρχ. αναφλύω «ανακοχλάζω», με ανάπτυξη ενός ενδοσυμφωνικού ι ] … Dictionary of Greek
θαμέες — θαμέες, oἱ, θηλ. θαμειαί (Α) 1. συνωστισμένοι, στριμωγμένοι, πυκνοί («ὀδόντες... ὑὸς θαμέες ἔχον», Ομ. Ιλ.) 2. συχνοί («θαμέες λυγμοί», Νίκ.). επίρρ... θαμέως (Α) συχνά, θαμά. [ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλα προς το επίρρ. θαμά*, έχει υποτεθεί αμάρτ. τ.… … Dictionary of Greek
φτεροκόπημα — το, ατος 1. το χτύπημα του αέρα με τα φτερά. 2. ο θόρυβος που παράγεται με το φτεροκόπημα: Και οι λυγμοί του αντηχούσαν μέσα στον αχυρώνα, σαν φτεροκόπημα νυχτερίδας (Α. Καρκαβίτσας) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)