Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

λοχμαῖος

См. также в других словарях:

  • λοχμαίος — λοχμαῑος, αία, ον (Α) [λόχμη] αυτός που ανήκει σε λόχμη ή αυτός που διαμένει, που κρύβεται σε λόχμη («Μοῡσα λοχμαία» το αηδόνι, Αριστοφ.) …   Dictionary of Greek

  • λοχμαία — λοχμαί̱ᾱ , λοχμαῖος of the coppice fem nom/voc/acc dual λοχμαί̱ᾱ , λοχμαῖος of the coppice fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Weißdornblattkäfer — auf Fingerspitze Systematik Klasse: Insekten (Insecta) Ordnung …   Deutsch Wikipedia

  • λόχμιος — λόχμιος, ον (Α) [λόχμη] 1. λοχμαίος* 2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ λόχμια η λόχμη …   Dictionary of Greek

  • λοχμαίαν — λοχμαί̱ᾱν , λοχμαῖος of the coppice fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»