-
1 Λοχεια
Eur. Λοχία ἥ Лохия, «Родовспомогательница» ( эпитет Артемиды) Luc. -
2 λοχεια
I.ἥ1) разрешение от бремени, роды Eur. etc.2) зоол. кладка яиц Arst., Plut.3) принесение плодов, плодоношение Anth.II.τά (sc. χωρία) место, где произошли родыλ. κλεινά Eur. — славное место родов (т.е. остров Делос, где Лето родила Аполлона и Артемиду)
-
3 λοχεία
η роды, разрешение от бремениλοχεία2/2τα см. λοχία -
4 λοχεία
[лохиа] ουσ θ роды. -
5 Λοχια
См. также в других словарях:
λοχεία — λοχείᾱ , λοχεία child birth fem nom/voc/acc dual λοχείᾱ , λοχεία child birth fem nom/voc sg (attic doric aeolic) λοχεί̱ᾱ , λοχεῖος of thanks for safe delivery fem nom/voc/acc dual λοχεί̱ᾱ , λοχεῖος of thanks for safe delivery fem nom/voc sg… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λοχεία — Λοχείᾱ , Λοχεία of fem nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λοχείᾳ — Λοχείᾱͅ , Λοχεία of fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λοχείᾳ — λοχείᾱͅ , λοχεία child birth fem dat sg (attic doric aeolic) λοχεί̱ᾱͅ , λοχεῖος of thanks for safe delivery fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λοχεῖα — Λοχεία of neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λοχεία — Το χρονικό διάστημα που κυμαίνεται από το τέλος του τοκετού μέχρι την επάνοδο των γεννητικών οργάνων και του οργανισμού της γυναίκας στην πριν από την εγκυμοσύνη κατάσταση. Συνήθως η λ. διαρκεί 3 6 εβδομάδες, στη διάρκεια των οποίων απαιτείται… … Dictionary of Greek
λοχεία — η η λεχωνιά (βλ. λ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
λοχεῖα — λοχεῖος of thanks for safe delivery neut nom/voc/acc pl λοχεῖος of thanks for safe delivery neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λοχείας — Λοχείᾱς , Λοχεία of fem acc pl Λοχείᾱς , Λοχεία of fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λοχείας — λοχείᾱς , λοχεία child birth fem acc pl λοχείᾱς , λοχεία child birth fem gen sg (attic doric aeolic) λοχεί̱ᾱς , λοχεῖος of thanks for safe delivery fem acc pl λοχεί̱ᾱς , λοχεῖος of thanks for safe delivery fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λοχείαν — λοχείᾱν , λοχεία child birth fem acc sg (attic doric aeolic) λοχεί̱ᾱν , λοχεῖος of thanks for safe delivery fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)