-
1 зубило
η σμίλη, το κοπίδι- для срубания заклёпочных головок - για κοπή κεφαλιών των πριτσινιών/καρφιώνканавочное - για κατασκευή αύλακων/λουκιώνкузнечное - του σιδερά/σιδηρουργούРусско-греческий словарь научных и технических терминов > зубило
-
2 нарезание
η κοπήРусско-греческий словарь научных и технических терминов > нарезание
-
3 фрезерование
η κοπή με φρέζαη επεξεργασία με φρέζα1 -канавок (у метчиков, развёрток и сверл) - αυλακών- λουκιώνРусско-греческий словарь научных и технических терминов > фрезерование
См. также в других словарях:
βιβλιοδεσία — Σύνολο εργασιών με τις οποίες συναρμολογείται σε τόμο ένα βιβλίο με τη συρραφή ορισμένου αριθμού τυπογραφικών φύλλων και την επικόλληση εξωτερικού περιβλήματος. Στην καθημερινή ομιλία, o όρος χρησιμοποιείται και για να υποδηλώσει μόνο το… … Dictionary of Greek