-
1 ληθοσύνη
ληθοσύνη, ἡ, = λήϑη, f. l. bei Eur. I. T. 1279.
-
2 ἀ-ληθοσύνη
ἀ-ληθοσύνη, ἡ, Wahrheit, Theogn. 1224.
-
3 λᾱθοσύνη
λᾱθοσύνη, ἡ, = ληϑοσύνη, Eur. I. T 1278, l. d.
-
4 ἀληθοσύνη
ἀ-ληθοσύνη, ἀ-ληθότης, Wahrheit -
5 ἀληθότης
ἀ-ληθοσύνη, ἀ-ληθότης, Wahrheit