Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ληθαργικός

См. также в других словарях:

  • ληθαργικός — affected by lethargic fever masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ληθαργικός — ή, ό (Α ληθαργικός, ή, όν) [λήθαργος (Ι)] αυτός που βρίσκεται σε λήθαργο νεοελλ. αυτός πού ανήκει ή αναφέρεται στον λήθαργο («ληθαργική κατάσταση») …   Dictionary of Greek

  • ληθαργικά — ληθαργικός affected by lethargic fever neut nom/voc/acc pl ληθαργικά̱ , ληθαργικός affected by lethargic fever fem nom/voc/acc dual ληθαργικά̱ , ληθαργικός affected by lethargic fever fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ληθαργικῶν — ληθαργικός affected by lethargic fever fem gen pl ληθαργικός affected by lethargic fever masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ληθαργικόν — ληθαργικός affected by lethargic fever masc acc sg ληθαργικός affected by lethargic fever neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ληθαργικοῖς — ληθαργικός affected by lethargic fever masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ληθαργικοῖσι — ληθαργικός affected by lethargic fever masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ληθαργικοί — ληθαργικός affected by lethargic fever masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ληθαργικοῦ — ληθαργικός affected by lethargic fever masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ληθαργικούς — ληθαργικός affected by lethargic fever masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ληθαργική — ληθαργικός affected by lethargic fever fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»