Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

λευκ-άμπυξ

См. также в других словарях:

  • χρυσάμπυξ — υκος, ὁ, ἡ, ΜΑ (για άλογο) αυτός που έχει χρυσά προμετωπίδια (αρχ) (για χαλινό) αυτός που έχει χρυσό έλασμα στα λουριά. [ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο) * + ἄμπυξ «διάδημα, ταινία» (πρβλ. λευκ άμπυξ)] …   Dictionary of Greek

  • λευκάμπυξ — λευκάμπυξ, υκος, ὁ, ἡ, τὸ (Α) αυτός που φορά λευκό κεφαλόδεσμο. [ΕΤΥΜΟΛ. < λευκ(ο) * + ἄμπυξ «ταινία για το δέσιμο τών μαλλιών»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»