Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

λευκίππῳ

См. также в других словарях:

  • Λευκίππῳ — Λεύκιππος riding masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λευκίππῳ — λεύκιππος riding masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λευκίππωι — Λευκίππῳ , Λεύκιππος riding masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λευκίππωι — λευκίππῳ , λεύκιππος riding masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λεύκιππος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Ήρωας και ιδρυτής της «επί Μαιάνδρω» Μαγνησίας. Ήταν γιος του Ξάνθιου και απόγονος του Βελλεροφόντη. Όπως αναφέρει ο Ερμησιάναξ (4ος 3ος αι. π.Χ.), διακρινόταν για τη μεγάλη σωματική του δύναμη και τις εξαιρετικές …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»