Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

λεκιθίτης

См. также в других словарях:

  • λεκιθίτης — λεκιθίτης, ὁ (Α) [λέκιθος] ψωμί παρασκευασμένο από αλεύρι που προέρχεται από όσπρια, ιδίως από κουκιά, ή γλυκό με κύρια συστατικά το αλεύρι και κρόκους αβγών …   Dictionary of Greek

  • λεκιθίτης — made of pulse masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λεκιθίτην — λεκιθίτης made of pulse masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λεκιθίταν — λεκιθίτᾱν , λεκιθίτης made of pulse masc acc sg (epic doric aeolic) λεκιθίτης made of pulse masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λεκιθίτας — λεκιθίτᾱς , λεκιθίτης made of pulse masc acc pl λεκιθίτᾱς , λεκιθίτης made of pulse masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ετνίτης — ἐτνίτης και δωρ. τ. ἐτνίτας, ὁ (Α) [έτνος] άρτος παρασκευασμένος από όσπρια, ο λεκιθίτης («ἐτνίτας ἄρτος ὁ προσαγορευόμενος λεκιθίτας», Αθήν.) …   Dictionary of Greek

  • λέκιθος — Κύριο δομικό συστατικό των αβγών. Είναι γνωστό με την κοινή ονομασία κρόκος. Ο όρος λ. χρησιμοποιείται επίσης για να περιγράψει το σύνολο των στοιχείων που απαρτίζουν το ώριμο ωάριο, εκτός από τον πυρήνα και τη λεκιθική μεμβράνη. Η λ. του αβγού… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»