-
1 καλαμίτης
II ὁ κ. ἥρως, perh. the hero of the probe or, of the splints, nickname of Aristomachus, a surgeon who had a statue at Athens, called ὁ ἥρως ὁ ἰατρός, D.18.129, cf. 19.249.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καλαμίτης
См. также в других словарях:
μαραθίτης — Οικισμός (252 κάτ.) του νομού Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ηρακλείου. * * * μαραθίτης, ὁ (ΑM) παρασκευασμένος από μάραθο ή αρωματισμένος με μάραθο («οἶνος μαραθίτης», Διοσκ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μάραθον + επίθημα ίτης (πρβλ. καλαμ ίτης,… … Dictionary of Greek
οριγανίτης — ὀριγανίτης, ὁ (Α) οίνος αρωματισμένος με ρίγανη. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀρίγανον «ρίγανη» + επίθημα ίτης (πρβλ. Καλαμ ίτης)] … Dictionary of Greek
σταβλίτης — ο, ΝΜΑ, και σταυλίτης Ν νεοελλ. ιπποκόμος μσν. αρχ. αυτός που εργαζόταν σε στάβλο ταχυδρομικού σταθμού. [ΕΤΥΜΟΛ. < στάβλον / στάβλος + επίθημα ίτης (πρβλ. καλαμ ίτης)] … Dictionary of Greek