Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

κόθεν

См. также в других словарях:

  • κοθέν — κοθεν , ποθεν whence? ionic (enclitic indeclform particle) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κόθεν — πόθεν whence? ionic (indeclform adverb) κοθεν , ποθεν whence? ionic (enclitic indeclform particle) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοθεν — ποθεν whence? ionic (enclitic indeclform particle) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πο- — ριζικό θέμα τών ερωτηματικών (όταν τονίζεται) και τών αόριστων (όταν είναι εγκλιτικό) επιρρημάτων και αντωνυμιών που ανάγεται στην IE ρ. *kwo (πρβλ. γερμ. hvas, Κατ. quod, αρμ. ο, λιθουαν. kas, αρχ. σλαβ. kŭ to). Η ρίζα αυτή έχει και τις μορφές:… …   Dictionary of Greek

  • πόθεν — ΝΜΑ, και ιων. τ. κόθεν, Α επίρρ. νεοελλ. φρ. «πόθεν έσχες» δημόσιος κοινωνικός έλεγχος αξιωματούχου που διαχειρίστηκε δημόσιο χρήμα ή καθενός που πλούτισε ξαφνικά χωρίς εμφανείς πόρους αρχ. 1. από ποιο τόπο, από πού; (α. «εἰρώτα δὴ ἔπειτα, τίς… …   Dictionary of Greek

  • Π, π — Το δέκατο έκτο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου. Οφείλει το σχήμα του στο δέκατο έβδομο γράμμα του σημιτικού αλφαβήτου pe (= στόμα). Από φωνητική άποψη είναι φθόγγος άηχος, ακαριαίος και χειλικός. Ο αρχαίος ελληνικός φθόγγος π προήλθε από τον… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»