Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

κωνίας

См. также в других словарях:

  • κωνίας — κωνίας, ὁ (Α) φρ. «κωνίας οἶνος» οίνος, στην παρασκευή τού οποίου χρησιμοποιούσαν και πίσσα. [ΕΤΥΜΟΛ. < κῶνος + επίθημα ίας, που δηλώνει ονομασίες κρασιών (πρβλ. ομφακ ίας, πιτυρ ίας)] …   Dictionary of Greek

  • κωνίαν — κωνίᾱν , κωνίας pitched masc acc sg (attic epic doric aeolic) κωνίας pitched masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κώνος — I (Γεωλ.). Σχηματισμοί που δημιουργούνται από υδάτινα ρεύματα, κυρίως χειμαρρώδους χαρακτήρα, όταν από μια απρόοπτη μείωση της κλίσης της κοίτης ελαττώνεται η ταχύτητα του νερού, με αποτέλεσμα να αποτίθενται υπό μορφή βεντάλιας (ριπιδίου) ή κ. τα …   Dictionary of Greek

  • κωνίου — κώνιον small cone neut gen sg κωνίας pitched masc gen sg κωνίον small cone neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»