Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

κρυψίνοος

См. также в других словарях:

  • κρυψινόους — κρυψίνοος hiding one s thoughts masc/fem acc pl κρυψίνους hiding one s thoughts masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρυψίνοοι — κρυψίνοος hiding one s thoughts masc/fem nom/voc pl κρυψίνους hiding one s thoughts masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νους — ο (ΑΜ νοῡς, Α και ασυναίρ. τ. νόος) 1. η ικανότητα τού νοείν, σε αντιδιαστολή προς το αισθάνεσθαι, η δύναμη που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο να σκέφτεται λογικά, το σύνολο τών λειτουργιών τού ανθρώπινου εγκεφάλου, νόηση, διάνοια («τυφλὸς τὰ τ ὦτα τόν …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»